25 Νοεμβρίου 2013

Το Μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου Μυροφύλλου Τρικάλων

Είσοδος της μονής
  
 Στα νότια του χωριού Μυρόφυλλο του Νομού Τρικάλων, κοντά στις όχθες του Αχελώου, βρίσκεται το μοναστήρι του Αγ. Γεωργίου μέσα σε ένα ιδιόμορφο και εντυπωσιακό περιβάλλον. Δεν γνωρίζουμε τη χρονολογία ίδρυσής του. Οι τελευταίες σωστικές ανασκαφές στην τοποθεσία  «Βαργιάνια» ανέδειξαν μια τρίκλιτη βασιλική που σηματοδοτεί και μια αξιόλογη δράση από τα πρώτα κιόλας χριστιανικά χρόνια. Από κει, λέει η παράδοση, το μοναστήρι μεταφέρθηκε για λόγους προστασίας από τα νερά του Αχελώου στη θέση που είναι σήμερα.
Για το νεότερο μοναστήρι δυο, βασικά, χρονικές περιόδους μπορεί να διακρίνουμε. Η πρώτη απ’ αυτές εκτείνεται ως τις αρχές του 17ου αι. και η δεύτερη έως σήμερα. Η πρώτη είχε ως κέντρο λατρείας τον ιερό ναό της Παναγίας και η δεύτερη του Αγ. Γεωργίου. Είναι βέβαιο, πάντως, ότι στις αρχές του 17ου αι. χτίστηκε η εκκλησία της Παναγίας πάνω στα καμένα ερείπια μιας άλλης, πιθανόν της Παναγίας, λίγο αργότερα και πριν από το 1739 η εκκλησία των Ταξιαρχών και το 1815 άρχισε να χτίζεται η εκκλησία του Αγ. Γεωργίου. Σήμερα το καθολικό της Μονής είναι η εκκλησία του Αγ. Γεωργίου και έτσι φαίνεται να ήταν, τουλάχιστον, από τις αρχές του 19ου αι.
            Το οικοδομικό συγκρότημα περιβάλλεται από μαντρότοιχο και εκτείνεται  σε τρία επίπεδα. Το «επάνω ανώι», που χρησίμευε ως χώρος διαμονής των μοναχών, χώρος υποδοχής των επισκεπτών και φιλοξενουμένων καθώς και για τις καθημερινές τους ανάγκες, το «κάτω ανώι», ως χώρος φιλοξενίας γενικότερα και το «κουτσέκι» ως αποθηκευτικός χώρος των γεωργικών προϊόντων. Ως αποθηκευτικοί χώροι χρησιμοποιήθηκαν, βέβαια, και τα κελιά που βρίσκονται στο ισόγειο της Μονής. Συνολικά η έκταση των κήπων και των οικοδομημάτων (κελιών και εκκλησιών είναι περίπου τέσσερα στρέμματα).
Τοξοστοιχία πτέρυγας κελιών
Η παράδοση υποστηρίζει ότι το μοναστήρι αυτό είναι κτίσμα της Φιλικής Εταιρείας με σκοπό, φυσικά, να χρησιμοποιηθεί ως καταφύγιο των αγωνιστών στον ένοπλο απελευθερωτικό αγώνα του 1821. Είναι βέβαιο ότι τότε βρέθηκε στο επίκεντρο των γεγονότων της περιοχής, χρησιμοποιήθηκε ως κατοικία της αρματολικής  οικογένειας του Στορνάρη, αλλά και πολύ αργότερα το 1854 στην περίοδο της Ηπειροθεσσαλικής Επανάστασης και το 1912-’13 συμμετείχε ενεργά  στην απελευθέρωση. 
Κτίτορας της Μονής φέρεται ο παπα-Κοσμάς, ιερομόναχος, ίσως, από το ίδιο μοναστήρι, ο οποίος αφού μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία, έχτισε μαζί με τους άλλους μοναχούς το καινούργιο μοναστήρι, για να βοηθήσουν στον εθνικοαπελευθερωτικό  αγώνα. Συμπεριέλαβε δε στο κέντρο και την εκκλησία της Παναγίας με την εκκλησία των Ταξιαρχών, κτίσματα που προϋπήρχαν από τις προηγούμενες φάσεις της ζωής του μοναστηριού.
Η αποστολή του αυτή για τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα είναι έκδηλη στην πρώτη ματιά του επισκέπτη. Η οχυρωματική  διάταξη των κτιρίων γίνεται φανερή από τον υψηλό πύργο της εισόδου, τις πολλές πολεμίστρες, τις εξόδους κινδύνου, τις κρύπτες-καταφύγια και τις ιστορίες που διηγούνται οι άνθρωποι γύρω από το κτίσιμό του. Σ’ αυτό, ως φαίνεται, έβρισκαν καταφύγιο όχι μόνον οι οπλαρχηγοί αγωνιστές, αλλά και όλος ο λαός.
Στους χρόνους που άκμασε διέθετε μεγάλη περιουσία∙ μύλους, μαντάνια και νεροτριβές στο χωριό και την ευρύτερη περιοχή, στην Άρτα, (ο γνωστός φούρνος της Χαρωνούς κάτω από το κάστρο με κατοικία, που έθρεψε όλο το στρατό στον απελευθερωτικό αγώνα του 1912-‘13), ελαιοτόπια, οικόπεδο και ελαιόμυλο στο Πέτα Άρτας, περιουσία η οποία και απαλλοτριώθηκε.
Το αρχαιότερο κτίσμα της Μονής  είναι η εκκλησία της Παναγίας και ίσως και της ευρύτερης περιοχής του Ασπροποτάμου. Χτίστηκε το 1614 μ.Χ., όπως προκύπτει από την εγχάρακτη επιγραφή. Τα ονόματα των τεχνιτών και των κτιτόρων  είναι άγνωστα. Η τοιχοδομία της είναι απλή, με πέτρα από τον κοντινό Αχελώο και κοκκινόχωμα ως συνεκτικό υλικό. Τα λίγα παράθυρα, διαφορετικού μεγέθους το καθένα και κατανεμημένα σε διαφορετικά ύψη επιτρέπουν να μπει στο εσωτερικό του ναού λιγοστό φως και να δημιουργεί έτσι και την υποβλητική ατμόσφαιρα. Το εσωτερικό του ναού είναι αγιογραφημένο, άγνωστο από πότε, αφού δεν διασώζεται κάτι σχετικό με τους αγιογράφους. Μόνον το όνομα ενός μοναχού, «… του δούλου του Θεού Γαβριήλ…» διασώθηκε στην κτιτορική επιγραφή.
Εσωτερικό της μονής
Δίπλα από την εκκλησία της Παναγίας  βρίσκεται το εκκλησάκι των Ταξιαρχών, ένας χώρος με νάρθηκα και ένα κελί μικρών διαστάσεων. Χώρος περισυλλογής και προσευχής των μοναχών, ιδιαίτερα κατά τους χειμερινούς μήνες. Το εσωτερικό του παρεκκλησίου ιστορήθηκε το 1739 και  μόνον ο σεισμός του 1967 διατάραξε την ηρεμία τους και οι βέβηλοι που του αφαίρεσαν το τέμπλο.
Το καθολικό του Αγ. Γεωργίου άρχισε   να κτίζεται το 1815, ολοκληρώθηκε το 1836 με ενδιάμεσε καταστροφές από τους Τούρκους και τα εγκαίνια έγιναν το 1840. Αγιογραφήθηκε το 1869 και ο νάρθηκας το 1870. Οι Σαμαρινιώτες αγιογράφοι Αθανάσιος και Γεώργιος βασισμένοι στη λαϊκή παράδοση ζωγράφισαν μορφές με χρώμα περισσότερο γήινο. Το εσωτερικό του ναού είναι στο σύνολό του αγιογραφημένο και σε καλή κατάσταση, αν εξαιρέσει κανείς τη βορινή πλευρά όπου η υγρασία έκανε ανενόχλητη τη δουλειά της. Στη δυτική πλευρά  η παρέμβαση της αρχαιολογίας έσωσε την καταστροφή χωρίς όμως ,όπως φαίνεται, να αποφεύγουν το μοιραίο, αφού προς την κατεύθυνση της συντήρησης δεν γίνεται τίποτε.
Ιδιαίτερη αναφορά πρέπει να γίνει και στην αξιόλογη πνευματική δράση της Μονής, όπως αυτή καταδεικνύεται μέσα από τη σωζόμενη αλληλογραφία του κώδικα των Βρυξελλών ΙΙ 2406 του παπα-Νικολάου Μυροκοβίτη. Διαφαίνεται σ’ αυτόν πως με κέντρο τη Μονή Μυροκόβου, απ’ όπου έπαιρναν τα πρώτα γράμματα εξακτινώνονταν έπειτα οι λόγιοι στα κέντρα του Ελληνισμού και ανάλογα δημιουργούσαν τις προϋποθέσεις για την πνευματική και εθνική δράση. Οι λόγιοι αυτοί  διακρίθηκαν και ως αντιγραφείς-κωδικογράφοι διασώζοντας σημαντικά πνευματικά δημιουργήματα. Μερικά ονόματα είναι: παπα-Νικόλαος Μυροκοβίτης, κωδικογράφος, παπα-Χριστόδουλος, Αθανάσιος Λιοντάρης (Σχολάρχης της Σχολής Τυρνάβου), Αναστάσιος Κουρφαριώτης, Θεοδόσιος, κωδικογράφος, ο γέροντας Παΐσιος, κ.ά.
Η θέα προς τον Αχελώο
Η ανατολή του εικοστού αιώνα το βρίσκει με λίγους μοναχούς να συμμετέχει στην απελευθέρωση της Ηπείρου συνεννοούμενο με το άλλο μοναστήρι του Αγ. Γεωργίου Βουργαρελίου Άρτας.
Κατά την ημέρα εορτής του αγίου συρρέει πολύς κόσμος όχι μόνο από το χωριό αλλά και τα γύρω χωριά. Μετά τη θεία λειτουργία οι κάτοικοι χορεύουν τον παραδοσιακό χορό του Αγίου Γεωργίου, φωνητικό τραγούδι και χορός στα τρία και στη συνέχεια διασκεδάζουν μέχρι τον εσπερινό. Το πανηγύρι είναι ημερήσιο και το βράδυ συνεχίζει στα καφενεία.

            Σήμερα το μοναστήρι είναι διατηρητέο μνημείο και γίνονται προσπάθειες να αναστηλωθεί. Επειδή τα κτήρια κτίστηκαν σε πολλαπλές οικοδομικές φάσεις, βρίσκονται σε διαφορετική κατάσταση από καλή έως και της πλήρους ερειπώσεως και η προστασία πρέπει να ξεκινήσει από την στερέωση όσων σώζονται σε καλή κατάσταση και κινδυνεύουν από την κατάρρευση, ιδιαίτερα από την εκκλησία της Παναγίας, γιατί μια ενδεχόμενη καταστροφή της θα μειώσει αισθητικά και ιστορικά κατά πολύ το σύνολο του μνημείου.


ΠΗΓΗ : Αρχείο Δημήτρη Ράπτη 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου